Ναύπακτος είναι παραθαλάσσια πόλη της Αιτωλοακαρνανίας στον Κορινθιακό κόλπο. Χτισμένη ανάμεσα στο Αντίριο και στις εκβολές του ποταμού Μόρνου αποτελεί μία από τις αρχαιότερες ελληνικές πόλεις που γνώρισε περιόδους μεγάλης ακμής και συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Αυτό επιβεβαιώνεται από την άρτια οχύρωσή της, η οποία ξεκινά από το λιμάνι, συνεχίζεται με τρία αλλεπάλληλα τείχη και καταλήγει στο κάστρο. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.
Η Ναύπακτος είναι πόλη με μεγάλη ιστορία. Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από τις λέξεις ναυς και πήγνυμι, που σημαίνει «κατασκευάζω πλοίο». Για πρώτη φορά εμφανίζεται το 1104 π.Χ. με τους Δωριείς, οι οποίοι στην κάθοδό τους, χρησιμοποίησαν τη Ναύπακτο για να κατασκευάσουν υποτυπώδη πλοιάρια (σχεδίες για την ακρίβεια), οπότε και το «Ναύπακτος» έμεινε κληρονομιά. Η πόλη αρχικά ανήκε στους Εσπέριους Λοκρούς.
Το 454 π.Χ. οι Αθηναίοι αφαίρεσαν την Ναύπακτο από την κυριαρχία των Λοκρών. Στην πόλη εγκαταστάθηκαν οικογένειες Μεσσηνίων, που είχαν εκδιωχθεί από τους Σπαρτιάτες.
Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο η Αθήνα έστειλε τον Φορμίωνα μαζί με πλοία, ενώ η Σπάρτη τον Κνήμο, που τελικά ηττήθηκε στη ναυμαχία που ακολούθησε (429 π.Χ.).
Το 426 π.Χ., με προτροπή των Μεσσηνίων της πόλης, εξεστράτευσε κατά των Αιτωλών ο Αθηναίος στρατηγός Δημοσθένης. Οι Αιτωλοί τον αντιμετώπισαν στο Αιγίτιο και τον ανάγκασαν να υποχωρήσει. Ο Σπαρτιάτης στρατηγός Ευρύλοχος, με την βοήθεια των Εσπέριων Λοκρών, με επικεφαλής την Άμφισσα, προέλασε στην Ναύπακτο.
Το 369 π.Χ. μετά την ήττα των Αθηναίων στους Αιγός ποταμούς (405 π.Χ.), οι Μεσσήνιοι εγκαταλείπουν την πόλη και αναχωρούν για τη Σικελία. Η Ναύπακτος περνά ξανά στον έλεγχο των Λοκρών. Οι Αχαιοί κυριεύουν την πόλη, αλλά τελικά τους διώχνει ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας, το 361 π.Χ.
Το 350 π.Χ. ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας παραχωρεί την πόλη στους Αιτωλούς. Από το 338 π.Χ. η πόλη γίνεται κέντρο της Αιτωλικής Συμπολιτείας και στην πόλη συνέρχονταν τα συμβούλια της Συμπολιτείας. Η δε Ναυπακτία ονομάσθηκε Αιτωλία Επίκτητος. Μετά και τους πολέμους με τους Αχαιούς και την καταστροφή της πόλης του Θέρμου, η Ναύπακτος γίνεται κατ’ ουσία πρωτεύουσα της Αιτωλίας. Το 191 π.Χ. οι Ρωμαίοι, αφού πολιόρκησαν την πόλη, έλυσαν την πολιορκία υπογράφοντας ανακωχή με τους Αιτωλούς.
Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ρωμαίων γνώρισε ακμή λόγω της σημαντικής της θέσης ακριβώς απέναντι από τη Πελοπόννησο.
Αποικία της Ναυπάκτου ήταν η νήσος Κέα, που έλαβε το όνομά της από έναν ήρωα της πόλης. Από την Ναύπακτο, καταγόταν ο ποιητής Καρκίνος, που όπως υποστήριζε ο Χάρων έγραψε το ποίημα Ναυπάκτια έπη, κάτι που όμως ο Παυσανίαςαμφισβητούσε, καθώς και οι αγαλματοποιοί Μέναιχμος και Σοΐδας. Στην πόλη υπήρχαν πολλοί ναοί, όπως του Ποσειδώνα, της Αρτέμιδος, της Αφροδίτης και του Ασκληπιού.
Υπήρξε σημαντική πόλη του Βυζαντίου, καθώς αποτελούσε λιμάνι των ταξιδιωτών προς την Ιταλία και την Κωνσταντινούπολη. Υπαγόταν στην επαρχία Ελλάδος ή Αχαΐας. Το φρούριό της επισκευάστηκε ριζικά τα χρόνια του Ιουστινιανού,αλλά το 553, η πόλη καταστράφηκε από σεισμό. Επίσης, καταστροφές υπέστη από επιδρομές διάφορων λαών, όπως οι Σλάβοι (6ος – 10ος αιώνας). Την εποχή του Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογέννητου έγινε πρωτεύουσα του Πέμπτου Θέματος της Ευρώπης (Ελλάς) ενώ το 10ο αιώνα συνενώθηκε με το Όγδοο Θέμα της Νικοπόλεως και έγινε έδρα του νέου.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους, η πόλη έγινε μέρος του Δεσποτάτου της Ηπείρου για περίπου έναν αιώνα (1204-1294). Το 1294 ο Δεσπότης της Ηπείρου, Νικηφόρος Α’ Κομνηνός Δούκας, πάντρεψε την κόρη του, Θαμάρ, και έδωσε την πόλη προίκα στον γαμπρό του Φίλιππο, πρίγκιπα του Τάραντα. Αυτός οχύρωσε την πόλη και έκοψε νομίσματα. Αργότερα όμως η πόλη ήρθε στην επικράτεια του Δουκάτου των Νέων Πατρών και αργότερα πέρασε στην κυριαρχία του Αρβανίτη Μπούα Σπάτα. Την περίοδο εκείνη η πόλη ονομαζόταν από τους Έλληνες Έπακτος ή Επαχτος, από τους Φράγκους Νεοπάντ-Νεπάντ-Λεπάντ ή Λεπάντο. Πέρασε ένα διάστημα Ενετοκρατίας από το 1407 μέχρι πριν πέσει στα χέρια των Τούρκων το 1499. Τότε έλαβε και την σημερινή του μορφή το κάστρο της πόλης. Το 1458 ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής πολιόρκησε ανεπιτυχώς την πόλη, που παρέμεινε στα χέρια των Βενετών. Τελικά το 1499 ο Βαγιαζήτ ο Β’ με τον Τουρκικό στόλο ανάγκασε τους Βενετούς να του παραδώσουν την πόλη.
Το 1571 έγινε η Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Πρόκειται για τη ναυμαχία, που έλαβε χώρα στο στόμιο του Πατραϊκού κόλπου (κόλπος του Λεπάντο), δίπλα στις Εχινάδες νήσους (τότε Κουρτζολάροι), αποτέλεσε δε την πιο εντυπωσιακή φάση του πολέμου για την κατάκτηση της Κύπρου (1570-71).Προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους συγχρόνους, αλλά δεν επέφερε θετικά αποτελέσματα για τους νικητές. Η μεγάλη νίκη των χριστιανών εναντίον των Τούρκων απετέλεσε ορόσημο για την ιστορία της Ευρώπης σε συνδυασμό με τον εορτασμό της Παναγίας της Ναυπάκτου. Το 1687 (24 Ιουλίου) καταλήφθηκε ξανά από τους Ενετούς για 12 χρόνια. Τελικά με την Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Ναύπακτος όπως και η υπόλοιπη Στερεά περιήλθε στους Τούρκους. Η ναυμαχία αυτή υπήρξε ιστορικό γεγονός, γιατί σε αυτήν αναχαιτίσθηκε η απειλητική για την Ευρώπη τουρκική ναυτική δύναμη. Με την ονομασία αυτή είναι γνωστή η μεγάλη ναυτική σύγκρουση που διεξήχθη ανάμεσα στον οθωμανικό στόλο και στις ενωμένες ναυτικές δυνάμεις της Sacra Lega, μιας Ιερής Συμμαχίας που συγκροτήθηκε από του Ισπανούς, τον Πάπα, τη Βενετία και μερικά ιταλικά κρατίδια, στις 7 Οκτωβρίου 1571. Οι ξένοι ιστορικοί χρησιμοποιούν την ονομασία Ναυμαχία του Λεπάντο (Naval Battle of Lepanto), από τη μεσαιωνική ονομασία της πόλης.
Το 1821 οι κάτοικοι της περιοχής πήραν μέρος στην Επανάσταση. Οι επιχειρήσεις στην πόλη άρχισαν τον Μάΐο. Η αντίσταση των Τούρκων ήταν επιτυχημένη και κράτησε αρκετά χρόνια. Στις 18 Απριλίου 1829, απελευθερώθηκε οριστικά από τους Τούρκους, όταν ο Ανδρέας Μιαούλης απέκλεισε το λιμάνι της πόλης και ανάγκασε τους Τούρκους να παραδώσουν το φρούριο. Φεύγοντας οι κατακτητές, άφησαν πίσω τους ελάχιστες οικογένειες Ελλήνων οι οποίες, μάλιστα, ήρθαν σε αντιπαράθεση με τις Σουλιώτικες οικογένειες (Μποτσαραίοι, Τζαβελαίοι κλπ), στις οποίες το νεοσύστατο ελληνικό κράτος είχε παραχωρήσει τα τουρκικά αρχοντικά, ως αντιστάθμισμα για την προσφορά τους στον Αγώνα. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκαν στη Ναύπακτο 286 πρόσφυγες.